Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

Ο ρόλος και η φυσιογνωμία των Διδασκαλείων, του αιρετού Κώστα Ανθόπουλου

Ο θεσμός της Μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

Ο ρόλος και η φυσιογνωμία των Διδασκαλείων
του Κώστα Ανθόπουλου
δασκάλου, Αιρετού ΑΠΥΣΠΕ Κ. Μακεδονίας
Εισαγωγή
 Διάκριση των όρων Μετεκπαίδευση- Επιμόρφωση

Το ζήτημα της μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών Α/θμιας και Β/θμιας Εκπ/σης βρίσκεται στο επίκεντρο του εκπαιδευτικού προβληματισμού εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες.

Πριν προχωρήσουμε σε διαπιστώσεις και κριτικές παρατηρήσεις που αφορούν την υφιστάμενη πραγματικότητα, κρίνεται σκόπιμο να προσδιορίσουμε την έννοια επιμόρφωση και μετεκπαίδευση, οι οποίες ενώ συγγενεύουν μεταξύ τους, είναι κάτι το διαφορετικό. 
 
 

Συγκεκριμένα όπως έχει υποστηρίξει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Χαράλαμπος  Κωνσταντίνου και ως προς τις πρακτικές και ως προς τις αντιλήψεις  που επικρατούν γύρω από αυτούς τους θεσμούς, υπάρχουν διαφοροποιήσεις.

Σύμφωνα με την ίδια άποψη και τις επικρατούσες αντιλήψεις, «η επιμόρφωση είναι συνδεδεμένη με βραχύβιας διάρκειας εκπαιδευτική διαδικασία. Υλοποιείται με τη μορφή σεμιναρίων, ημερίδων, εισαγωγικής επιμόρφωσης, περιοδικής  επιμόρφωσης ενδουπηρεσιακής επιμόρφωσης, ενδοσχολικής  επιμόρφωση κ.ο.κ.»

Ενώ με τον όρο «μετεκπαίδευση εννοούμε την μακρόβιας, μείζονος διάρκειας εκπαιδευτική διαδικασία στην οποία εντάσσονται μακρόπνοα προγράμματα εκπαίδευσης που χαρακτηρίζονται από μια διευρυμένη παιδαγωγική διδακτική και εξειδικευμένη διδακτέα ύλη. Ερευνητικούς προσανατολισμούς συγκεκριμένους, εμβάθυνση των αναλύσεων και των προσεγγίσεων και ασφαλώς υψηλές απαιτήσεις σε επίπεδο φοίτησης και συμμετοχής και επίδοσης» (Πρακτικά Ημερίδας ΔΟΕ Ινστιτούτο Παιδαγωγικών Μελετών - Ερευνών 2/4/2001).

Σε ανάλογη εισήγηση σε Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση Διδασκαλείου στην Κρήτη, που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, ο καθηγητής Γιώργος Τρούλης, αναφερόμενος στον όρο μετεκπαίδευση αναφέρει : «ο όρος μετεκπαίδευση …. έχει γνωρίσματα: μακρά διάρκεια σπουδών – 1-2 χρόνια – πλήρης αποδέσμευση του εκπαιδευτικού από τα σχολικά του καθήκοντα, όριο ηλικίας, επιλογή με εξετάσεις, ευρύ πρόγραμμα σποδών, επικύρωση των σπουδών με πτυχίο και με σκοπό την διεύρυνση του πνευματικού και επαγγελματικού ορίζοντα των μετεκπαιδευομένων ώστε να καταστούν ικανοί να παίξουν ηγετικό ρόλο στην εκπαίδευση» (Πρακτικά Ημερίδας Ρέθυμνο 2003).
Ενώ ο όρος επιμόρφωση κατά τη άποψη του ίδιου καθηγητή, «χαρακτηρίζεται από μαζικότητα, μικρή διάρκεια σπουδών – από 2 εβδομάδες έως 6 μήνες -, χωρίς αποδέσμευση από τη διδακτική εργασία, περιορισμένο και εστιασμένο πρόγραμμα σπουδών, επικύρωση σπουδών με βεβαίωση ή πιστοποιητικό και στοχεύει στη βελτίωση της επαγγελματικής αποτελεσματικότητας των επιμορφωμένων» (Πρακτικά Ημερίδας Ρέθυμνο 2003).

Με βάση όλα τα παραπάνω θεωρούμε ότι μπορούν να χαρακτηριστούν μετεκπαίδευση, μόνο οι σπουδές στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης όπως αυτό λειτούργησε μέχρι το 1985 και καταργήθηκε, όπως και οι αντίστοιχες διετείς σπουδές στο Μαράσλειο Διδασκαλείο, που λειτούργησε ως αδιαβάθμητη σχολή μέχρι το 1995 και στη συνέχεια με το Νόμο 2327 / 1995 έγινε η ένταξη στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και η ίδρυση Διδασκαλείων στα Παιδαγωγικά Τμήματα όλων των  Πανεπιστημίων.

Η ένταξη των Διδασκαλείων στα Παιδαγωγικά  Τμήματα – Σχόλια και Κριτικές Παρατηρήσεις
Ο νόμος με τον οποίο τα Διδασκαλεία εντάχθηκαν στα Πανεπιστήμια, έγινε δεκτός με ιδιαίτερη θέρμη από πλευράς εκπαιδευτικής κοινότητας στο χώρο της Α/θμιας Εκπ/σης και συνδικαλιστικής ηγεσίας, για τους ακόλουθους λόγους:
α)  αποτέλεσε μια σημαντική τομή, αφού εμπεριείχε μια υπέρβαση, με την έννοια της απαγκίστρωσης του θεσμού τόσο από τη φιλοσοφική σχολή όσο και από τον κρατικό έλεγχο
β) επέτρεψε σε όλες τις κατηγορίες εκπαιδευτικών να συμμετέχουν ανεξάρτητα από τις οικογενειακές τους υποχρεώσεις και κυρίως στους εκπαιδευτικούς που κατοικούσαν εκτός της περιοχής της Αττικής
γ) η σαφής ισοτιμία με πτυχιούχους των παιδαγωγικών τμημάτων, εξασφάλισε το δικαίωμα για μεταπτυχιακές σπουδές σε πλήθος εκπαιδευτικών που δεν είχαν τη δυνατότητα
δ) η δημοκρατική διοίκηση που κατοχυρώθηκε με νομοθετική διάταξη, βάση της οποίας υπήρξε ισότιμη συμμετοχή των μετεκπαιδευόμενων στο Διοικητικό Συμβούλιο και στη Γενική Συνέλευση ειδικής σύνθεσης, η οποία είχε ως σκοπό τη συλλογική αντιμετώπιση όλων των θεμάτων.

Είναι χαρακτηριστικό του θετικού κλίματος το οποίο υποδέχτηκε η πανεπιστημιακή κοινότητα  την ένταξη των Διδασκαλείων στα πανεπιστήμια, αλλά και τα θετικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας του θεσμού είναι τα όσα ανέφερε ο Πρόεδρος του Διδασκαλείου Δημήτρης Γληνός Κυριάκος Αθανασίου, στην Ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στις 2/4/2001 με θέμα «το παρόν και το μέλλον της μετεκπαίδευσης»  με πρωτοβουλία ΔΟΕ ΙΠΕΜ : «Πιστεύω ότι ο θεσμός των και κατάκτηση αποτελεί για το χώρο της εκπαίδευσης γενικότερα και πετυχημένος θεσμός είναι. ….Η επιτυχία αυτή στο πείραμα της Β. Ελλάδας και ειδικότερα της Θεσ/νίκης απορρέει κατά τη  ταπεινή μου γνώμη από τους εξής παράγοντες. Πρώτον από τη σωστή λειτουργία των οργάνων, την αυτόνομη λειτουργία του προγράμματος σπουδών και την έφεση στην έρευνα».

Ενώ αντίστοιχη θετική κρίση για το ρόλο των Διδασκαλείων με βάση το νέο νομοθετικό πλαίσιο στη ν ίδια Ημερίδα, θα διατυπώσει ο καθηγητής Κώστας Χρυσαφίδης υποστηρίζοντας : «Αναμφίβολα η ανάθεση της  ευθύνης λειτουργίας των Διδασκαλείων της χώρας στα αντίστοιχα κατά τόπους παιδαγωγικά τμήματα, αποτελεί μια πού τολμηρή πράξη από τη μεριά της πολιτείας που δέχθηκε να εμπιστευτεί τη μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στους φορείς εκείνους που αντικειμενικά, θεωρητικά τουλάχιστον, αποτελούν τους χώρους παραγωγής και διάθεσης της επιστημονικής γνώσης».
Αξίζει σ’ αυτό το σημείο να σημειώσουμε, ότι σε όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου από το 1996 μέχρι την εντελώς λανθασμένη επιστολή ανακοίνωσης του Γενικού Γραμματέα του ΥΠΔΒΜ κ. Βασίλη Κουλαιδή στις 9/2/2011, με την οποία γνωστοποίησε στη ΔΟΕ τη μη διεξαγωγή εξετάσεων για εισαγωγή εκπαιδευτικών στα Διδασκαλεία, προδιαγράφοντας ουσιαστικά την κατάργηση της μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών Α/θμιας Εκπ/σης, είχαν παρατηρηθεί προβλήματα φυσιογνωμίας. Αυτά συνδέονταν με χαρακτηριστικά ομοιότητας με προγράμματα εξομοίωσης που είχαν πρόσφατα υλοποιηθεί από τα ίδια τα πανεπιστήμια, τον προσανατολισμό του θεσμού του Διδασκαλείου, αλλά και προσδοκίες για την αναβάθμιση της χρηστικής αξίας του πτυχίου, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα ο θεσμός της μετεκπαίδευσης τόσο για λόγους οικονομικούς όσο και για εκπαιδευτικούς, να καθίσταται εύκολος στόχος όσων επιδίωκαν με ποικίλους τρόπους είτε τη συρρίκνωσή του είτε την κατάργησή του και όχι ασφαλώς το μετασχηματισμό του και τη διεύρυνσή του σε περισσότερες μορφές, για τη εξυπηρέτηση αναγκών του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Κλίμα αμφισβήτησης χωρίς όμως αυτό να πιστοποιείται και να επιβεβαιώνεται ως προβληματική κατάσταση, είναι και η μη αυστηρή τήρηση της υποχρεωτικής παρουσίας των εκπαιδευτικών στις παρακολουθήσεις των μαθημάτων. Με βάση όλα τα παραπάνω, με πρωτοβουλία της ίδιας της πολιτείας, ορθολογικό θα ήταν να είχε προχωρήσει με έγκυρο και επιστημονικό τρόπο η διαδικασία κριτικής αποτίμησης της συνολικής λειτουργίας του θεσμού των Διδασκαλείων, κάτι το οποίο δεν έγινε.

Τομείς για την αποτίμηση της λειτουργίας του θεσμού των Διδασκαλείων, όπως πολύ σωστά έχει υποστηρίξει ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Θανάσης Γκότοβος στο πανελλήνιο Συνέδριο «Διδασκαλείο παρελθόν, παρόν και μέλλον» Αλεξανδρούπολη 29-30/5/2009,
 «θα έπρεπε να αφορούν:

α ) το ίδιο το θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση και λειτουργία των  Διδασκαλείων 
β) το μηχανισμό επιλογής των προς μετεκπαίδευση προσώπων
γ) τα προγράμματα σπουδών των Διδασκαλείων
δ) τις πρακτικές και τους μηχανισμούς παραγωγής έργου και συνολικά της συγκεκριμένης μάθησης μέσα στο Διδασκαλείο
ε) το Διδασκαλείο στο περιβάλλον του Πανεπιστημίου
στ) τις επιπτώσεις του εκπαιδευτικού έργου του Διδασκαλείου στη  εκπαίδευση
ζ) την οικονομική διάσταση τη σχέση ανάμεσα στο κόστος λειτουργίας της μετεκπαίδευσης και στα οφέλη που έχει ο οργανισμός μέσα από τα μαθησιακά αποτελέσματα μέσα στα  Διδασκαλεία
η) την αντίληψη των εκπαιδευτικών που έχουν ήδη μετεκπαιδευτεί, για την ποιότητα των γνώσεων και των δεξιοτήτων που έχουν αποκτήσει, κατά τη διάρκεια της φοίτησης τους στο Διδασκαλείο
θ) τις ευκαιρίες που είχαν μετά την αποφοίτηση, για αξιοποίηση στην πράξη αυτής της δυνατότητας
ι) την εκτίμηση για τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες που προσφέρει ο μετεκπαιδευόμενος εκπαιδευτικός, μετά την επιστροφή του από το Διδασκαλείο στο χώρο του σχολείου»

Η ανάπτυξη των Διδασκαλείων δεν προχώρησε με γοργούς και ενιαίους ρυθμούς σ’ όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα σε ορισμένες περιοχές π.χ. όπως η Θράκη καθυστέρησε σημαντικά να λειτουργήσει η λειτουργία του Διδασκαλείου, ενώ στην Θεσσαλία στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Βόλου, να μην λειτουργήσει καθόλου. Επίσης δεν έγινε καμία επέκταση της δυνατότητας παρακολούθησης σε προγράμματα μετεκπαίδευσης όλα αυτά τα χρόνια, εκπαιδευτικών ειδικοτήτων που υπηρετούν στην Α/θμια εκπ/ση, με αποτέλεσμα δικαιολογημένα οι εκπαιδευτικοί αυτοί να αισθάνονται αποκλεισμένοι από κάθε μορφής αντίστοιχη διαδικασία.

Ολοκληρώνοντας τις κριτικές μας παρατηρήσεις για αυτή την περίοδο, υποστηρίζουμε ότι αυτή αποτελεί τομή στην ιστορία του θεσμού της μετεκπαίδευσης και ότι ο νέος ρόλος του Διδασκαλείου στα πλαίσια της ένταξής του στα πανεπιστήμια, συνέβαλε ουσιαστικά στην ενίσχυση της φυσιογνωμίας του θεσμού της μετεκπαίδευσης.  
Προτάσεις
Νομοθετικές παρεμβάσεις στο θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας των Διδασκαλείων οι οποίες αναφέρονται:
α) στην επέκταση της δυνατότητας φοίτησης στα Διδασκαλεία μεγαλύτερου αριθμού εκπαιδευτικών, κυρίως εκείνων που προέρχονται από τις σχολές ΤΕΦΑΑ και ξένων γλωσσών
β) τα προγράμματα σπουδών ως προς τη διάρκεια, τη φιλοσοφία και τον προσανατολισμό θα διαμορφώνονται με τη συνεργασία των Διδασκαλείων   με τα τμήματα ΤΕΦΑΑ, και τα τμήματα Γαλλικής και Αγγλικής Φιλολογίας
γ) να δοθεί  η δυνατότητα συμμετοχής εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα προγράμματα μετεκπαίδευσης ειδικής αγωγής
δ) με τη συνεργασία Διδασκαλείων και τμημάτων των λεγόμενων καθηγητικών σχολών (μαθηματικό, φυσικό, χημικό, βιολογικό, φιλοσοφική σχολή κλπ.), να δημιουργηθούν αντίστοιχα τμήματα μετεκπαίδευσης για  τους εκπαιδευτικούς  δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
ε) ανάθεση λειτουργίας προγραμμάτων μετεκπαίδευσης στην ΑΣΠΑΙΤΕ για τους εκπαιδευτικούς τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης
Ο χρόνος φοίτησης, είναι δυνατόν να κυμαίνεται και να ποικίλει από 2 - 4 εξάμηνα, ανάλογα με την κατεύθυνση, τον προσανατολισμό, την περιοδικότητα αλλά και τις ανάλογες εξειδικεύσεις.

Ως τέτοιες εξειδικεύσεις κοινές για εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αφορούν τους ακόλουθους τομείς:

1. Οργάνωση και Διοίκηση εκπαίδευσης
2. Διαπολιτισμικής παιδαγωγικής και εκπαίδευσης ελληνοπαίδων εξωτερικού με συμμετοχή και εκπαιδευτικών που προέρχονται από την ομογένεια
3.  Συμβουλευτικής γονέων και ψυχολογικής υποστήριξης μαθητών και δια βίου μάθησης
4. Εκπαιδευτικών καινοτομιών έρευνας και μεθοδολογίας
Οι τομείς και τα προγράμματα που θα υλοποιούνται στα διδασκαλεία στη λογική της ανάγκης του μετασχηματισμού του ρόλου τους, θα αυξάνονται, θα μειώνονται, θα ιδρύονται ή θα καταργούνται όπως έχει υποστηρίξει και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Παντελής Γεωργογιάννης,  «με βάση τις ανάγκες που θα παρουσιάζονται κάθε φορά στην εκπαίδευση».
Πολιτική κινήτρων στη μετεκπαίδευση
Η πολιτική για την ουσιαστική αναβάθμιση του θεσμού της μετεκπαίδευσης, είναι απαραίτητο να συνδεθεί με την παροχή μιας σειράς επαγγελματικών κινήτρων.
Στη βάση αυτής της λογικής, ένα από τα κίνητρα θα μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι η αξιοποίηση των εκπαιδευτικών που θα έχουν αποφοιτήσει από τα Διδασκαλεία, σε θεσμούς και όργανα σχεδιασμού και υλοποίησης εκπαιδευτικών πολιτικών σε επίπεδο κυρίως συμμετοχής σε ομάδες συγγραφής σχολικών εγχειριδίων και αναλυτικών προγραμμάτων και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, χωρίς αυτό να έχει καμία σχέση με την ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, καθώς επίσης και στην υλοποίηση προγραμμάτων ενδοσχολικής επιμόρφωσης.
Σε ότι έχει σχέση με την αξία χρήσης του διπλώματος μετεκπαίδευσης, όπως έχουν υποστηρίξει και πανεπιστημιακοί καθηγητές, να γίνει σαφέστατος με νομοθετική ρύθμιση, ο διαχωρισμός του διπλώματος από το πτυχίο εξομοίωσης ή οποιοδήποτε άλλο πτυχίο και έτσι με όρους αναβάθμισης, το δίπλωμα της μετεκπαίδευσης, να συμβάλλει καταλυτικά στην επαγγελματική του εξέλιξη.
Το ζήτημα να θεωρηθούν οι σπουδές στα Διδασκαλεία ως μεταπτυχιακές  σπουδές (Master), αίτημα που προβάλλεται  από σημαντική μερίδα εκπαιδευτικών που έχουν φοιτήσει στα Διδασκαλεία είναι εύλογο να έχει την αποδοχή των εκπαιδευτικών, αλλά από την άλλη εύλογα έχει προκαλέσει δικαιολογημένα και αντιδράσεις από την πλευρά ορισμένων πανεπιστημιακών. Γι’ αυτό το λόγο κρίνεται απαραίτητο το θέμα αυτό, να αποτελέσει αντικείμενο ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ της εκπαιδευτικής και της πανεπιστημιακής κοινότητας, με στόχο να βρεθεί η χρυσή τομή, να ληφθούν υπόψη και οι ευρωπαϊκές εμπειρίες και δεδομένα.
Αναγκαίες Αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του Διδασκαλείου
Για τη δημοκρατική ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου διοίκησης των Διδασκαλείων,  εκτιμούμε:
• ότι επιβάλλεται να γίνει αύξηση σε ποσοστό 50% της εκπροσώπησης των εκπαιδευτικών στη Γενική Συνέλευση ειδικής σύνθεσης των Διδασκαλείων
• αύξηση από 1 σε 2 της εκπροσώπησης των εκπαιδευτικών στα Δ.Σ. των Διδασκαλείων
• να γίνεται απολογισμός και έλεγχος πεπραγμένων των διοικήσεων των Διδασκαλείων με όρους ανοιχτούς και συμμετοχικούς, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται διαφάνεια και αξιοπιστία όλων εκείνων των αποφάσεων με τις οποίες διαμορφώνεται και καθορίζεται η φυσιογνωμία των Διδασκαλείων 
Για την αξία χρήσης του πτυχίου της μετεκπαίδευσης
• Δυνατότητα μεταφοράς διδακτικών μονάδων για όσους εκπαιδευτικούς επιθυμούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε παιδαγωγικές σχολές και προγράμματα του Ανοικτού Πανεπιστημίου
• Ένταξη του διπλώματος σε πιστοποιημένες δομές επαγγελματικών προσόντων
Σύνδεση των Διδασκαλείων με τις ανάγκες της εκπαίδευσης, την κοινωνία και τους εκπαιδευτικούς
• Διαρκής συνεργασία των συλλόγων μετεκπαιδευομένων εκπαιδευτικών στα Διδασκαλεία με το Ινστιτούτο Παιδαγωγικών Μελετών και Ερευνών της ΔΟΕ, για τη διαμόρφωση επιστημονικής τεκμηρίωσης των θέσεων των συλλόγων αυτών για θέματα που αφορούν την οργάνωση και ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών των Διδασκαλείων
• Κοινές εκδηλώσεις Διδασκαλείων με συλλόγους εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για κρίσιμα προβλήματα, που αφορούν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση
• Συνεργασία των Διδασκαλείων με τη μορφή ανταλλαγών με ερευνητικά κέντρα μετεκπαίδευσης εκπαιδευτικών του εξωτερικού και αντίστοιχους φορείς
• Αξιοποίηση αξιόλογων και καινοτομικών ερευνητικών εργασιών των μετεκπαιδευομένων και δημοσίευσή τους στα έντυπα της ΔΟΕ, είτε σε επιστημονική επετηρίδα που θα εκδίδεται από κάθε Διδασκαλείο
• Συντονισμός και ενιαία δράση των συλλόγων μετεκπαιδευομένων εκπαιδευτικών ανά την Ελλάδα στα πλαίσια ειδικής επιτροπής της ΔΟΕ
• Σύγκλιση ετήσιου επιστημονικού συνεδρίου των Διδασκαλείων με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων
Για τη φυσιογνωμία των προγραμμάτων σπουδών
Τα προγράμματα σπουδών πρέπει να έχουν ως κύριες κατευθύνσεις :
α) την προαγωγή της έρευνας
β) τη σύνδεση θεωρίας – πράξης
γ) την εισαγωγή καινοτομιών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση
δ) την απόκτηση εξειδίκευσης σε γνωστικά αντικείμενα που προσδιορίστηκαν παραπάνω (οργάνωση διοίκησης εκπαίδευσης, συμβουλευτική κλπ.)
Τα καθηγητικά τμήματα, μέσα από τις εσωτερικές τους διαδικασίες, να προτείνουν το περιεχόμενο των γνωστικών αντικειμένων που θα διδάσκονται στις σχολές μετεκπαίδευσης, ενώ η διδασκαλία μαθημάτων για τα μέλη ΔΕΠ που διδάσκουν στις σχολές μετεκπαίδευσης, να εντάσσεται και να θεωρείται διδακτικός χρόνος, ο οποίος υπολογίζεται  στο συνολικό υποχρεωτικό χρόνο διδασκαλίας τους. 
Είναι σαφές ότι για να παρακολουθούν τα Διδασκαλεία τα σύγχρονα επιστημονικά ρεύματα και να συμβάλλουν στην ενίσχυση της μορφωτικής διάστασης του ρόλου της μετεκπαίδευσης, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί η διατμηματική συνεργασία, στο εσωτερικό των ΑΕΙ, να δημιουργηθούν συνθήκες κατοχύρωσης της επιστημονικής πολυφωνίας, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται ο στόχος της πραγματικής διασύνδεσης της μετεκπαίδευσης με  την ασκούμενη εκπαιδευτική πολιτική και τα προβλήματά της.
Καινοτόμες παρεμβάσεις στη φυσιογνωμία των σπουδών
• Να υπάρχει διαπερατότητα από την ειδική αγωγή προς τη γενική και αντίστροφα. Να μπορούν δηλαδή οι μετεκπαιδευόμενοι της Ειδικής Αγωγής, να παρακολουθούν και διδακτικές ενότητες που διδάσκονται στη Γενική Αγωγή (1 για κάθε εξάμηνο), που θα τους είναι χρήσιμες στην εκπαιδευτική πράξη
• Η έρευνα πεδίου – ερευνητική εργασία να καλύπτει 4 εξάμηνα και ταυτόχρονα να εξασφαλίζει τη διαπλοκή των μετεκπαιδευομένων σε επίπεδο ολομελειών, για την καλύτερη ανταλλαγή απόψεων – εμπειριών και προτάσεων. Τα θέματα του ερευνητικού πεδίου (προγράμματος) - ερευνητικής εργασίας, να χωρίζονται σε τομείς και ο κάθε διδάσκων είτε του Τμήματος Ειδικής Αγωγής είτε των άλλων τμημάτων, να αναλαμβάνει ένα συγκεκριμένο τομέα, ενώ οι μετεκπαιδευόμενοι να επιλέγουν ελεύθερα το θέμα που τους ενδιαφέρει.
Συμπεράσματα
Από όλα όσα έχουμε προαναφέρει, γίνεται κατανοητό για ποιους λόγους ο θεσμός της μετεκπαίδευσης είτε με την ονομασία Διδασκαλείο είτε ως κέντρο μετεκπαίδευσης εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, να συνεχίσει τη λειτουργία της τα επόμενα χρόνια και κυρίως μέσα στη βάση ενός πενταετούς προγράμματος λαμβάνοντας υπόψη και τη δύσκολη κοινωνική, πολιτική και οικονομική που βρίσκεται η χώρα να προσδιοριστούν με ορθολογικό τρόπο τα απαιτούμενα κονδύλια, για να υποστηριχθούν και να εφαρμοστούν όλες οι μορφές και τα είδη μετεκπαίδευσης, χωρίς διακοπές και πισωγυρίσματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου