Σελίδες

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Μια επανάσταση που έχασε το δρόμο...

-Δεν πιστεύω να σκέφτεσαι να επαναστατήσεις, ε; 
-Ενάντια σε τι;* 

Το παιδάκι μου (όχι και τόσο παιδάκι πλέον) κάθεται αναπαυτικά και αμέριμνα στην άνετη πολυθρόνα του γραφείου του. Επιδίδεται στην αγαπημένη ενασχόλησή του που νομίζω ότι είναι να δώσει όνομα σε καθένα από τα pixels της οθόνης που έχει απέναντί του. Δε θα ήθελα να είμαι στη θέση του και σίγουρα όχι επειδή κάθεται στην άνετη πολυθρόνα του γραφείου του. Πρώτον, δε διαθέτω την υπομονή που απαιτεί η καταμέτρηση όλων αυτών των μικροσκοπικών φωτεινών κουκίδων που συνθέτουν την ψηφιακή εικόνα της οθόνης. Δεύτερον, το κακόμοιρο αγνοεί αυτό που το περιμένει. Κι αυτό που το περιμένει, είναι... εγώ!

Πλησιάζω ήρεμα ρωτώντας τον (όσο χαλαρά θα τον ρωτούσα αν θέλει κάτι να φάει) για ποιο λόγο θα επαναστατούσε. Σταματάει την ενδελεχή καταμέτρηση, βάζει παύση σε ό,τι έκανε και με κοιτάζει με ύφος “τι με περιμένει άραγε;”. Απαντάει με ερώτηση, για να κερδίσει χρόνο. «Σε ποιον να επαναστατήσω; Απέναντι στο κράτος;». «Να επαναστατήσεις» του απαντώ, «απέναντι στο κράτος, σε εμένα, στο κατεστημένο». Και συνέχισα: «Αυτό βέβαια, θα σήμαινε ότι μπορεί να έχανες τελικά τα πάντα»! Μετά από ελάχιστη σκέψη, δηλώνει χωρίς περιστροφές: «Δε νομίζω ότι θα με συνέφερε ιδιαίτερα μια τέτοια επιλογή, ε;». Γύρισε στην αγαπημένη ενασχόλησή του -είχαν απομείνει κάποια ακόμα pixels χωρίς όνομα- αλλά ήδη μου είχε δώσει την απάντηση που σκεφτόμουν εδώ και καιρό. 
Διαβάζω ή ακούω διαρκώς για μια επανάσταση που έρχεται, που αρκετοί την περιμένουν προσπαθώντας να εντοπίσουν απλώς το πότε και πώς. Κρατάω μικρό καλάθι. Ναι μεν μια επανάσταση είναι αναγκαία αλλά δεν την πολυβλέπω. Μπορεί, βέβαια, να έρχεται αθόρυβα, ακροπατώντας -αν μια επανάσταση διαθέτει πόδια. Έχω καταλήξει ότι όλη η κουβέντα είναι «ευσεβείς πόθοι» ανθρώπων που σκέφτονται ότι θα ήταν πολύ ωραίο να συνέβαινε αλλά δε θα έκαναν το παραμικρό γι αυτήν. Άλλωστε οι περισσότεροι γαλουχηθήκαμε με τη λογική: «Κάτσε στα αβγά σου. Εμείς θα σώσουμε τον κόσμο;», που σημαίνει ότι ναι μεν περιμένουμε μια σωτηρία αλλά από αλλού.
Ναι, αλλά κάθε επανάσταση χρειάστηκε ένα πράγμα: Επαναστάτες! Δυστυχώς, αυτοί σήμερα απλώς δεν υφίστανται. Δεν υφίστανται οι προϋποθέσεις που τους δημιουργούν. Ούτε η ολοκληρωτική ανέχεια ούτε η κουλτούρα που θα οδηγούσε σε επαναστατικές επιλογές αποτελούν ίδιον του αναπτυγμένου κόσμου, στον οποίο, για ανεξήγητους λόγους, ανήκει ακόμα η Ελλάδα. 
Μπορεί να βιώνουμε υψηλά ποσοστά ανεργίας, συρρίκνωση μισθών, έλλειψη προοπτικής αλλά δεν είναι αρκετά, επειδή για την πλειονότητα δεν ταυτίζονται ακόμα με το «τίποτα». Οι άνεργοι δεν πεθαίνουν ακόμα από την πείνα -εξαιτίας της οικογενειακής προστασίας ή της ισχνής βοήθειας που παρέχουν κοινωνικοί μηχανισμοί. Όσο η σύνταξη των μεγαλυτέρων επαρκεί για την επιβίωση, όσο υφίσταται η αίσθηση της ιδιοκτησίας, ξεχνάμε την επανάσταση. Ο επαναστάτης γεννιέται από τη συνείδηση του «τίποτα». Νιώθει ότι δε ρισκάρει τίποτα, γιατί απλώς δεν έχει τίποτα. Η αίσθηση του «κάτι» -σπίτι, ελικόπτερο, αυτοκίνητο, πενιχρός μισθός, οικόπεδο στο χωριό, ποδήλατο, κινητό, υπολογιστής...- απομακρύνει από κάθε διάθεση δράσης. Το «κάτι» δημιουργεί στους περισσοτέρους την ψευδαίσθηση ότι ανήκουν στο σύστημα. Όλοι αυτοί κλαίνε τη μοίρα τους, κλαίγονται για την ένοχη κοινωνία στους φίλους τους ή στο Facebook αλλά δε θα κινητοποιηθούν από το φόβο να χάσουν κι αυτό το «κάτι» που τους ανήκει(;). 
Παράλληλα, λείπει η κουλτούρα που θα μπορούσε να πυροδοτήσει ανατρεπτικές ενέργειες. Ριζοσπαστικές πολιτικές ή οικονομικές επιλογές συχνά ευνοήθηκαν από την εμφάνιση και ενίσχυση νέων τάξεων. Αυτές αποκτούσαν πλούτο που επέτρεπε πρόσβαση στη γνώση και την καλλιέργεια. Η καλλιέργεια, με τη σειρά της, οδηγούσε στη συνείδηση ότι πραγματική δύναμη έχουν όσοι ελέγχουν την εξουσία, γεγονός που στήριζε την απαίτηση πρόσβασης σ’ αυτήν. Η συγκεκριμένη τάξη έτσι διασφάλιζε και διεύρυνε τον πλούτο της. Σήμερα η μεσαία τάξη αποδυναμώνεται. Η οικονομική άνεση που διέθετε, δυστυχώς, δεν αξιοποιήθηκε για την απόκτηση κουλτούρας. Σπαταλήθηκε σε «επενδύσεις» που χάνουν την αξία τους με γεωμετρική πρόοδο, σε καφέδες σε γκλαμουράτα μέρη, σε δήθεν επιλογές αλλά όχι στην απόκτηση κουλτούρας. Η μάζα δε διαθέτει καλλιέργεια. Πήγε σχολείο, σπούδασε και κάτι παραπάνω, διαθέτει όλα τα καλούδια που παρέχουν ενημέρωση αλλά δεν τα αξιοποίησε για να ξεστραβωθεί. Ρίξτε μια ματιά στους λουόμενους μιας παραλίας. Πόσοι διαβάζουν, ενημερώνονται, έχουν διάθεση και ανάγκη για σκέψη; Κι όμως, πρόκειται, στην πλειονότητά τους, για μορφωμένους ανθρώπους. Προτιμούν έναν «καλό» καφέ από όποια κινητοποίηση. Καμιά επανάσταση άλλωστε δε φημίζεται για τον καλό καφέ που πρόσφερε στους επαναστάτες. 
Ακόμα κι έτσι θα μπορούσαμε να ελπίζουμε αλλά τελικά απουσιάζει ο καταλύτης. Ο ηγέτης. Εκείνος που, διαθέτοντας την απαιτούμενη παιδεία, χωρίς να σκέφτεται τι μπορεί να χάσει, θα μπορούσε να μετατρέψει τη σωρευμένη διεθνή ή έστω εγχώρια αγανάκτηση σε ιδεολογικό σχήμα, σε ανθρωπιστική δράση μακριά από συμφέροντα, σε συνεκτικό κρίκο και άρα σε κίνητρο μαζικής προσπάθειας για ανατροπές. Οπότε, μπορούμε να κουβεντιάζουμε για επανάσταση όσο τραβάει η ψυχή μας αλλά αυτή δε διαθέτει GPS για να βρει μόνη της το δρόμο. Κάποιος πρέπει να της τον δείξει... 

*Ο κ. Ζάχος ξεπατίκωσε το συγκεκριμένο διάλογο της σειράς 
κινουμένων σχεδίων “doctor Katz” από το βιβλίο 
«Μπορείς να φας λεμόνι και να μην ξινίσεις τα μούτρα σου;» του Sergi Pamies

Αναρτήθηκε από: 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου