H τηλεκπαίδευση, αναγκαία την περίοδο της πανδημίας, έχει, όπως όλα, ένθερμους οπαδούς και ορκισμένους εχθρούς. Κάποια παιδιά λατρεύουν τη δυνατότητα που τους δίνεται να μαθαίνουν από το σπίτι και την προτιμούν από τη φυσική παρουσία στη σχολική αίθουσα. Για άλλα, η τηλεκπαίδευση αποτελεί ολοκληρωτική καταστροφή. Η μοναχική παραμονή τους, επί ώρες, μπροστά στην οθόνη, τους προκαλεί ψυχικό, διανοητικό, ακόμα και σωματικό πόνο.
Πολλά παιδιά σχολικής ηλικίας, εξαιτίας των εξελίξεων, χάνουν την όρεξή τους για φαγητό, παραπονιούνται για πόνους στη μέση και ερεθισμό στα μάτια και σταδιακά εμφανίζουν συμπτώματα κλινικής κατάθλιψης. Οι ειδικοί τονίζουν ότι αυτό δεν είναι διόλου απροσδόκητο, επισημαίνοντας ότι η κατάσταση θα επιδεινώνεται όσο τα σχολικά συγκροτήματα παραμένουν κλειστά.
«Η πίεση στα παιδιά είναι τεράστια», εξηγεί ο Μάθιου Μπίελ, επικεφαλής του τμήματος παιδικής και εφηβικής ψυχιατρικής στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν. «Τα επτάχρονα θέλουν αναγνώριση όταν σηκώνουν το χέρι στην τάξη, κάτι που δεν είναι εφικτό μέσω Ζοοm. Θέλουν να μπορούν να σχολιάσουν, να αστειευθούν με τους συμμαθητές τους και τίποτα από αυτά δεν επιτρέπεται. Το παιδί θέλει να σηκωθεί και να κινηθεί στον χώρο, όμως και αυτό είναι αδύνατο, επειδή πρέπει να βλέπουμε στην οθόνη το πρόσωπό τους».
Αυτή η κατάσταση είναι απείρως δυσκολότερη για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, αναπτυξιακή καθυστέρηση ή κοινωνικές δυσκολίες. Εξίσου δύσκολη είναι για τα παιδιά που απλά αποζητούν τη φιλία και την ηρεμία που τους προσδίδουν όλες οι «μικρές σχολικές τελετουργίες». Τα πιο μικρά παιδιά εκφράζουν τη δυσαρέσκεια και τη λύπη τους, με βίαια ξεσπάσματα και εκρήξεις θυμού. Οι γονείς κάνουν ό,τι μπορούν για να τα καθησυχάσουν, αλλά αδυνατούν να τους δώσουν τη μοναδική απάντηση που αποζητούν: πότε, επιτέλους θα τελειώσει η πανδημία.
«Ετσι είναι η ζωή σήμερα», υπογραμμίζει ο δρ Μπίελ. «Κανείς δεν μπορεί να πει στα παιδιά πότε θα τελειώσει αυτή η πλήρης ανατροπή της καθημερινότητάς τους. Κανείς, άλλωστε, δεν το γνωρίζει».
Χαρακτηριστικό για τα παιδιά που ζουν την τηλεκπαίδευση είναι το παράδειγμα της Κάρεν Τζέιμς και της επτάχρονης κόρης της, Ολίβια. Στην αρχή της σχολικής χρονιάς, κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια να διατηρήσει τα πράγματα φυσιολογικά, όπως δηλαδή θα συνέβαιναν κάθε προηγούμενη χρονιά. Την πρώτη ημέρα του τηλε-σχολείου την έντυσε με όμορφα ρούχα και τράβηξε την «παραδοσιακή» φωτογραφία. Η Ολίβια, πάντα, την προκαθορισμένη ώρα, βρισκόταν στο «θρανίο» της, στην τραπεζαρία του οικογενειακού σπιτιού, στην Αλεξάνδρεια της Βιρτζίνια. Οσο περνούσε ο χρόνος, όμως, η Κάρεν ανακάλυπτε ότι υπήρχαν κενά που δεν μπορούσε να καλύψει, και συχνά ένιωθε τελείως αβοήθητη, καθώς προσπαθούσε να βοηθήσει την κόρη της και ταυτόχρονα να εκπληρώσει τα δικά της εργασιακά καθήκοντα, επίσης, από το σπίτι.
Τα παράπονα της Ολίβια ήταν πολλά και καθημερινά. Δεν αγαπούσε την τεχνολογία και δεν έβλεπε την ώρα να ξαναβρεθεί στον ίδιο χώρο με τις φίλες της. Ο θάνατος του Τζορτζ Φλόιντ, θύματος αστυνομικής βίας, ενέτεινε τη στενοχώρια της, καθώς είναι και η ίδια Αφροαμερικανίδα. Καθώς η μικρή παρακολουθούσε τις ειδήσεις, η μητέρα της αναγκάστηκε να της μιλήσει για τις αδικίες της ζωής, πολύ νωρίτερα από ό,τι επιθυμούσε. Ομως το πιο σκληρό πλήγμα ήταν ότι αναγκάστηκε να πει στη μικρή ότι ο παππούς της δεν θα ερχόταν για να γιορτάζει μαζί της τα γενέθλιά της. Η Ολίβια ξέσπασε σε λυγμούς. «Προσπαθώ να στηρίζω και να αγκαλιάζω το παιδί μου όσο πιο συχνά και όσο πιο σφιχτά μπορώ», λέει η Κάρεν.
«Είμαι βέβαιη ότι μακροπρόθεσμα η εξ αποστάσεως εκπαίδευση θα την επηρεάσει όχι μόνο συναισθηματικά αλλά και ακαδημαϊκά. Κάθε μέρα της επαναλαμβάνω ότι εμείς, όπως και όλοι οι Αμερικανοί, πρέπει να κάνουμε πλέον έτσι τα πράγματα. Δεν είμαι, βέβαια, εντελώς σίγουρη ότι με καταλαβαίνει. Ετσι, το μοναδικό όπλο που μου έχει μείνει είναι να της δείχνω πόσο την αγαπώ».
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ